Ψάξτε ό,τι γουστάρετε..

Google
 

Sunday, March 18, 2007

Μια μάλλον πιο ρεαλιστική άποψη της μάχης..

Τιμή σ' εκεινους όπου στην ζωή των ώρισαν να φυλάγουν Θερμοπύλες.
Πότε από το χρέος μη κινούντες, δίκαιοι κ' ίσοι,σ'ολες των τες πράξεις,
αλλά με λύπη κιόλας κ' ευσπλαχνία, γενναίοι οσάκις είναι πλούσιοι
κι όταν είναι πτωχοί, πάλ' εις μικρόν γενναίοι, πάλι συντρέχοντες,
όσο μπορούνε΄ πάντοτε την αλήθεια ομιλούντες, πλην χωρίς μίσος για τους ψευδωμένους.
Και περισσότερη τιμή τους πρέπει όταν προβλέπουν (και πολλοί προβλέπουν)
πως ο Εφιάλτης θα φανεί στο τέλος, και οι Μήδοι επί τέλους θα διαβούνε.


Έτος 480 πριν την απαρχή της χριστιανικής χρονολογήσεως. Οι στρατιές του Ξέρξη έχουν περάσει τη Μακεδονία και πορεύονται προς τη Νότιο Ελλάδα. Η πλειοψηφία των πόλεων της κυρίως Ελλάδος έχουν ήδη «μηδίσει», αν όχι συστρατευθεί κιόλας με τους εισβολείς.
Οι αρχικώς εχθροί των Περσών Θεσσαλοί, «μηδίζουν» και αυτοί αισθανθέντες εγκατάλειψη μετά από την αδυναμία των Νοτιοελλήνων να τους βοηθήσουν. Προηγουμένως είχαν στείλει κήρυκες στον Ισθμό, στους «προβούλους» των Πελοποννησίων, για οπλιτική βοήθεια προς το δυνατό θεσσαλικό ιππικό. Η απόβαση 10.000 οπλιτών στην Άλο του Παγασητικού υπό τον Λακεδαιμόνιο Ευαίνετο και τον Αθηναίο Θεμιστοκλή και η εν συνεχεία στρατοπέδευσή τους στα Τέμπη, λήγει αδόξως με εγκατάλειψη των στενών όταν ο σύμμαχος των Περσών Αλέξανδρος ο Μακεδών στέλνεται από τον Ξέρξη και επιτυγχάνει να τους τρομάξει περιγράφοντάς τους απλώς τον όγκο του στρατού των Περσών.
Στη Βοιωτία, μόνον οι Πλαταιείς και οι Θεσπιείς δεν έχουν δώσει «γη και ύδωρ», στη δε Στερεά μόνον οι Αθηναίοι, ενώ στην Πελοπόννησο, οι Αργείοι δηλώνουν «ουδέτεροι» από μίσος κατά των Σπαρτιατών, εξαιτίας προσφάτου απωλείας 6.000 ανδρών τους σε μία νίκη του αδελφού του βασιλέως Λεωνίδου Κλεομένους του Αναξανδρίδου.
Οι Κερκυραίοι στέλλουν 60 τριήρεις, οι οποίες όμως σταματούν στο ακρωτήριο Ταίναρο με τη δικαιολογία ότι δεν μπορούν να περιπλεύσουν τον Μαλέα, ενώ, κατά τον Ηρόδοτο, ανέμεναν να προσχωρήσουν στον Ξέρξη σε περίπτωση νίκης του. Οι Κρήτες πάλι, αρνούνται την όποια συμμετοχή στην αντίσταση κατά των Περσών, με διάφορες προφάσεις.
Οι μη «μηδίσαντες» Έλληνες, μετά από πολλές συνεδριάσεις και αλλαγές σχεδίων, εγκρίνουν ένα πολεμικό σχέδιο για ταυτόχρονη αντίσταση στις Θερμοπύλες (από ξηράς) και στο ακρωτήριο Αρτεμίσιο. Ο βασιλεύς της Σπάρτης Λεωνίδας, πιστός σε προσωπική υπόσχεση που είχε δώσει προς τους συμμάχους, επικεφαλής της προσωπικής του φρουράς την οποία είχε δικαίωμα να μετακινεί ακόμη και χωρίς την έγκριση της Γερουσίας και των Εφόρων, αρχίζει μία πορεία «ευψυχίας» προς τις Θερμοπύλες, συσπειρώνοντας γύρω του 4.000 Πελοποννησίους («..εκ Πελοποννήσου χιλιάδες τέταρες», Ηρόδοτος, Ζ 227) 500 Τεγεάτες, 500 Μαντινείς, 120 Ορχομενίους, 1000 Αρκάδες, 400 Κορινθίους, 200 Φλειασίους, 80 Μυκηναίους, μαζί με τους 300 Σπαρτιάτες του και 900 περιοίκους Λακεδαιμόνιους με 1000 βοηθητικούς είλωτες.
Στη φιλοπερσική Θήβα, ο Λεωνίδας πιέζει για συμμετοχή των οπλιτών της και οι δημοκρατικοί της πόλεως (όπως δηλώνει ο Διόδωρος, ΙΑ 4, 7) του δίδουν 400 άνδρες, με επικεφαλής τον Λεοντιάδη (κατά τον Ηρόδοτο πάντως, ο Λεωνίδας τους πήρε μαζί του περισσότερο ως ομήρους). Οι Πλαταιείς, αν και ελάχιστα γνωρίζοντες τα ναυτικά πράγματα, προσφέρονται να επανδρώσουν τις αθηναϊκές τριήρεις, ενώ οι Θεσπιείς στέλλουν στον Λεωνίδα 700 οπλίτες (το στρατιωτικό άπαν της πόλεως) υπό τον Δημόφιλο του Διαδρόμου, και στο στρατό του προστίθενται τέλος 1000 ακόμη Οπούντιοι Λοκροί, παρά το ότι είχαν δηλώσει υποταγή στον Ξέρξη.
Απέναντι στους έτοιμους να μηδίσουν Φωκείς, ο Λεωνίδας χρησιμοποιεί το κατά συνθήκην ψεύδος, δηλώνοντάς τους ότι τάχα είναι απλώς οι «πρόδρομοι» των Πελοποννησίων. Οι Φωκείς στέλλουν 1000 οπλίτες, αλλά προφασίζονται ότι θα αναλάβουν (παρά τον υπερβολικό αριθμό τους) τον υποτίθεται σοβαρό ρόλο της φυλάξεως μίας ατραπού που εγνώριζαν από την προ ολίγων ετών εισβολή στη χώρα τους των Θεσσαλών.
Στις 28 Ιουλίου, ο Ελληνικός στόλος φθάνει και αγκυροβολεί στο Αρτεμίσιο ακρωτήριο.
Στις 2 Αυγούστου, ο στρατός του Λεωνίδου φθάνει και στρατοπεδεύει στις Θερμοπύλες.
Στις 12 Αυγούστου, φθάνει μπροστά στις Θερμοπύλες η πρωτοπορία των Περσών.
Στις 14 Αυγούστου, ολοκληρώνεται η άφιξη του Περσικού στρατού.
Η μάχη των Θερμοπυλών έγινε στις 17, 18 και 19 Αυγούστου, σε τρείς φάσεις, παράλληλες με ισόποσες φάσεις της ναυμαχίας του Αρτεμισίου. Οι Πέρσες καθηλώνονται στις Θερμοπύλες και έχουν άπειρες απώλειες, ενώ στο Αρτεμίσιο οι συγκρούσεις δεν έχουν νικητή.
Την 18η Αυγούστου, ο προδότης Εφιάλτης παρουσιάζεται στον Ξέρξη και έναντι αμοιβής προσφέρεται να οδηγήσει τον Περσικό στρατό στα νώτα των Ελλήνων, μέσω της ατραπού που υποτίθεται ότι εφύλασσαν οι Φωκείς. 10.000 «Αθάνατοι» (επίλεκτοι Πέρσες στρατιώτες) υπό τον στρατηγό Υδάρνη, αρχίζουν να ανεβαίνουν την ατραπό αμέσως μετά τη δύση του ηλίου.
Αντί να φυλάξουν την προ της Αγορασίας ατραπό, οι Φωκείς έχουν στρατοπεδεύσει στο ανατολικό άκρο του οροπεδίου της Νεβροπόλεως, προφανώς για εύκολη και ακαταδίωκτη φυγή προς την χώρα τους (τον επόμενο χρόνο προσήλθαν οικειοθελώς ως σύμμαχοι του Μαρδονίου στη μάχη των Πλαταιών). Μέσα στη νύκτα, οι Πέρσες προσπερνούν δίχως την ελάχιστη έστω αψιμαχία τους Φωκείς, οι οποίοι έχουν σκαρφαλώσει στο ύψωμα Μουρούζου και αρχίζουν την κατάβαση προς την νότιο πλευρά των στενών των Θερμοπυλών στην οποία θα έφθαναν στις 8 το πρωϊ της 19ης Αυγούστου («ώρην πληθώρης της Αγοράς») μετά από περίπου 12 ώρες πορεία.
Ο Λεωνίδας μαθαίνει για την προδοσία από τους ανιχνευτές του και πιστός στο καθήκον να κρατήσει τα στενά όσο διαρκούσε η ναυμαχία του Αρτεμισίου για να μην αποκλεισθεί ο στόλος στο Μαλιακό Κόλπο (και όχι τάχα εξ υποχρεώσεως στον «δεσπότη νόμο» (*), αφού μπορούσε δίχως πρόβλημα να κάνει στρατηγική υποχώρηση για φύλαξη του Ισθμού σύμφωνα με την επίσημη απόφαση της πατρίδος του), καταστρώνει σχέδιο για διμέτωπο αγώνα (όπως πολύ ορθώς ανέλυσαν οι J. Bury το 1898 και ο Ευάγγελος Ζαμάνος) στέλλοντας τους 4000 Λοκρούς και Πελοποννησίους να αναχαιτίσουν τους κατάκοπους και ελαφρά οπλισμένους «Αθανάτους». Ο ίδιος με τους Λακεδαιμονίους του, τους Θηβαίους και τους 700 Θεσπιείς, μένει να κρατήσει τα στενά έως να επιστρέψουν οι αναχαιτιστές. Οι τελευταίοι ωστόσο, αντί να κάνουν το καθήκον τους, φοβηθέντες μην περικυκλωθούν εγκαταλείπουν την περιοχή και επιστρέφουν στις ιδιαίτερες πατρίδες του (παρά το ότι η εθνική μας προπαγάνδα, για την ανάγκη του να υπάρξει εν συνεχεία η Σαλαμίς και οι Πλαταιές, έπλεξε τον μύθο ότι τάχα τους απέπεμψε ο ίδιος ο Λεωνίδας)


(*) Ο «δεσπότης νόμος» κατά των «τρεσσάντων» δεν αφορούσε στρατηγικές αλλά άτακτες υποχωρήσεις (έχουμε δύο υποχωρήσεις του ναυάρχου Ευρυβιάδου στο Αρτεμίσιο, και βλέπουμε επίσης στις Πλαταιές τον Παυσανία να αλλάζει δύο φορές θέση μέσα στη νύκτα, υποχωρώντας μάλιστα στους πρόποδες του Κιθαιρώνος).


Στην άλλη πλευρά των Στενών, οι Λακεδαιμόνιοι και Θεσπιείς πολεμούν γενναιότατα και μάλιστα αποτολμούν και έξοδο από το κυρίως στενό «εις το ευρύτερον του αυχένος», παραταχθένες σε όλο το πλάτος, έως της αποτόμου ακτής της θαλάσσης. Ακολουθεί σφοδρή σύγκρουση και κατασφαγή των Περσών που μπουλουκηδόν πέφτουν επάνω στην Ελληνική φάλαγγα, μαστιγούμενοι από τους αξιωματικούς τους. Πάμπολλοι εκ των εισβολέων καταπατούνται υπό των επερχομένων συμπολεμιστών τους.
Οι Έλληνες επιχειρούν 4 αντεπιθέσεις, κατά τις οποίες τρέπουν τους εισβολείς σε φυγή. Σε μία από τις συγκρούσεις σκοτώνεται ο Λεωνίδας, το δε σώμα του ανασύρεται κάτω από σωρούς νεκρών εχθρών. Τότε είναι που οι μαχόμενοι βλέπουν στα νώτα τους τον Υδάρνη με τους «Αθανάτους» του. Καταλαβαίνοντας τι έχει συμβεί, συμπτύσσονται και επιστρέφουν στα στενά. Ενώ παραδίδονται στους Πέρσες με τα χέρια ψηλά οι Θηβαίοι, οι αποδεκατισθέντες Λακεδαιμόνιοι και Θεσπιείς καταφεύγουν στον λοφίσκο Κολωνό, όπου εξοντώνονται μέχρι ενός, τοξευθέντες με δεκάδες χιλιάδες περσικά βέλη. Οργισμένος ο Ξέρξης, σταυρώνει το κορμί του νεκρού Λεωνίδα, ενώ, στο άκουσμα της σφαγής των Σπαρτιατών και Θεσπιέων, ο Ελληνικός στόλος υποχωρεί προς νότον για να μη παγιδευθεί.

(Τα στοιχεία προέρχονται από το βιβλίο του Βλάση Γ. Ρασσιά "ΕΠΙΤΟΜΟΣ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΣΠΑΡΤΙΑΤΩΝ" με τη συγκατάθεση του ιστορικού, τον οποίο και το ΥΣΕΕ ευχαριστεί)


Έλληνα ! Αντίθετα από όσα υποστηρίζει η προπαγάνδα εκείνων που σε θέλουν αιωνίως υπόδουλο και εν υπνώσει, οι Λακεδαιμόνιοι και Θεσπιείς που εφονεύθησαν στις Θερμοπύλες, δεν έχυσαν το αίμα τους γιατί τάχα ήσαν… ερωτευμένοι με τον θάνατο ή γιατί έπασχαν από… μαρτυρική διάθεση. Έμειναν εκεί και επολέμησαν έως θανάτου σε λογικό και στρατηγικό αγώνα, πιστοί στο καθήκον και στην υπόσχεση πολεμιστού προς πολεμιστή, καλύψαντες τους συμμαχητές τους που μάχονταν στο Αρτεμίσιο, πιστοί στις αξίες που τους είχε διδάξει η πατρώα Παιδεία, ελευθεροπρεπείς και υπέροχοι ως πρέπει στους πραγματικούς Έλληνες.


Οι Θερμοπυλομάχοι δεν είναι άπιαστοι ήρωες ή μακρινές ιστορικές φιγούρες για να τους εκμεταλλεύονται οι πατριδοκάπηλοι και οι πλείστοι όσοι απατεώνες που καταδυναστεύουν πνευματικώς τον τόπο μας. Οι Θερμοπυλομάχοι είναι αιώνια παραδείγματα προς μίμησιν, μας καλούν σε καθημερινή μάχη και εμμονή στις αξίες και τα ιδανικά μας, στον καθημερινό πόλεμο, τον αόρατο πόλεμο που μαίνεται τριγύρω μας και όσο λιγώτερο τον συνειδητοποιούμε εμείς τόσο χειρότερα για εμάς τους ιδίους, για την πατρογονική μας κληρονομιά, για την ελευθερία και την αξιοπρέπειά μας.

Friday, March 16, 2007

300! Η Αλήθεια..

Σ' ένα συμβούλιο που έκαναν οι Έλληνες στην Κόρινθο, αποφάσισαν να στείλουν μια μικρή ομάδα στις Θερμοπύλες για να αντιμετωπίσουν τους Πέρσες και να ανακόψουν την πορεία τους στα νότια, μέχρι να προετοιμαστούν καλύτερα για μεγάλη μάχη. Έτσι, το 480 π.Χ. ο συμμαχικός στρατός των 7000 οπλιτών που οδηγούνταν απο 300 ομοίους Σπαρτιάτες αντιμετώπισαν τους Πέρσες στα στενά των Θερμοπυλών που την εποχή εκείνη είχε 12 μέτρα περίπου πλάτος. Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, οι Πέρσες αριθμούσαν 5.283.220 άνδρες[1]. Tα νουμερα είναι μάλλον υπερβολικά και πιθανολογείται οτι οι Πέρσες αριθμούσαν μεταξύ 200.000 και 1.700.000 άνδρες.

Στα Στενά οι σύμμαχοι αναστήλωσαν ένα παλιό τείχος που είχε κτιστεί παλιά για την προστασία του νότου.
Οι Σπαρτιάτες ήταν οι καλύτεροι μαχητές του αρχαίου κόσμου, και αυτό πήγαζε απο το γεγονός οτι απο μικρά παιδιά είχαν εκπαιδευτεί στην τέχνη του πολέμου και φυσικά είχαν λάβει μέρος και σε πάρα πολλές μαχες την περίοδο εκείνη. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα μια τέλεια συνεργασία μεταξύ των στίχων της φάλαγγας. Η ανδρεία τους ήταν τέτοια που όταν κάποιος είπε πως είχε δεί τον περσικό στρατό και ότι οι τοξότες του έριχναν βέλη που έκρυβαν τον ήλιο, ένας γνωστός Σπαρτιάτης ονόματι Διηνέκης είπε λακωνικά: «Ωραία, τότε θα πολεμήσουμε υπο σκιά».
Ο βασιλιάς Ξέρξης ο οποίος είχε στήσει τον θρόνο του σε ένα ύψωμα, είχε στείλει έναν αντιπρόσωπο στον βασιλιά Λεωνίδα για να τους πει να παραδώσουν τα όπλα τους και να συνθηκολογήσει με την προσφορά πως, λόγω της εκτίμησης που είχε ο Ξέρξης στους Σπαρτιάτες, θα τους έκανε κυρίαρχους στην Ελλάδα ύστερα από την νίκη της Περσίας. Ο Λεωνίδας απάντησε με το γνωστό «μολών λαβέ» (έλα να τα πάρεις).
Λόγω της στενότητας του περάσματος, ο Ξέρξης δεν μπορούσε να στείλει όλο τον στρατό για να καταστρέψει τους Έλληνες αλλά μόνο 1000 κάθε φορά. Η μάχη ήταν σφοδρότατη με πάρα πολλά θύματα από την μεριά των Περσών. Οι Πέρσες είχαν πάρα πολύ ελαφρύ οπλισμό, σχεδόν ανύπαρκτη πανοπλία και η ασπίδα τους ήταν σχεδόν ολόκληρη ψάθινη. Έτσι οι Έλληνες οι οποίοι είχαν πολύ βαρύ οπλισμό (μόνο τα μάτια τους φαινόντουσαν κάτω από τις σχισμές της περικεφαλαίας και το υπόλοιπο σώμα καλυπτόταν από θώρακα, κνημίδες, περιβραχιόνια και μια τεράστια ορειχάλκινη ασπίδα) ήταν συγκριτικά ανώτεροι απο τους αντιπάλους τους, αφού ακόμα κι αν το δόρυ τους έπεφτε πάνω σε περσική ασπίδα, την διαπερνούσε και χτύπαγε τον άνθρωπο που βρισκόταν από πίσω. Έτσι στο τέλος της πρώτης ημέρας οι Πέρσες είχαν χάσει 2000 άντρες ενώ οι σύμμαχοι γύρω στους 100.
Βλέποντας αυτά ο Ξέρξης στην τελευταία μάχη της πρώτης ημέρας αποφάσισε να στείλει στην μάχη την προσωπική του φρουρά, τους "Αθάνατους", οι οποίοι ήταν 10.000. Σαν τελευταία απέλπιδα προσπάθεια, οι Έλληνες επιτέθηκαν στην βασιλική φρουρά την οποία οδηγούσε ο Μαρδόνιος, και τους έτρεψαν σε άτακτη φυγή. Πολλοί από αυτούς έπεφταν από τον γκρεμό στη θάλασσα.
Η μάχη των Θερμοπυλών ενώ έπρεπε λογικά να κρατήσει μερικές ώρες, κράτησε 3 ολόκληρες ημέρες με τρομερές απώλειες των Περσών. Τελικά ένας προδότης ονόματι Εφιάλτης έδειξε στον Ξέρξη ένα μυστικό και πολύ στενό πέρασμα από το οποίο θα μπορούσε να υπερφαλαγγίσει τους Έλληνες. Την ίδια νύχτα ο Ξέρξης έστειλε πάλι την βασιλική φρουρά, τους 10.000 "Αθανάτους" (οι απώλειες είχαν αντικατασταθεί με νέους πολεμιστές, έτσι ο αριθμός παρέμενε πάντα ο ίδιος) οι οποίοι έφτασαν στα μετόπισθεν των Ελλήνων το πρωί. Εν τω μεταξύ, κατά τη διάρκεια της νύχτας κατάσκοποι του Λεωνίδα τον είχαν προειδοποιήσει για την κίνηση του Ξέρξη.
Ο Λεωνίδας αποφάσισε να διώξει όλους τους συμμάχους για να μείνουν μόνο οι Λακεδαιμόνιοι και να πεθάνουν στο πεδίο της μάχης τιμημένα. Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο (Ζ',220) η απόφαση αυτή επιβεβαίωσε τον χρησμό της Πυθίας που προφήτευε ότι η Σπάρτη ή θα καταστρεφόταν ή θα έχανε τον βασιλιά της. Από τους συμμάχους έμειναν και 700 Θεσπιείς οπλίτες υπό την ηγεσία του Δημοφίλου του Διαδρόμου για να στηρίξουν τους Σπαρτιάτες, παρά τις αντιρρήσεις του Σπαρτιάτη βασιλιά. Οι σύμμαχοι πήγαν να ειδοποιήσουν τους Αθηναίους για την έκβαση της μάχης ώστε να προετοιμαστούν. Το τελευταίο πρωινό ο Ξέρξης δεν ανέβηκε στον θρόνο του αλλά αποφάσισε να ηγηθεί ο ίδιος της μάχης. Οι Έλληνες λέγεται πως αφού όλα τα όπλα τους είχαν σπάσει πολεμούσαν με νύχια και με δόντια. Ο βασιλιάς Λεωνίδας σκοτώθηκε πάνω στη μάχη και την ώρα που οι Πέρσες προσπαθούσαν να κλέψουν το πτώμα του, μια μικρή ομάδα Σπαρτιατών όρμησε και το πήρε πίσω. Ο Ξέρξης φοβούμενος κι άλλες απώλειες διέταξε τους τοξότες του να σκοτώσουν τους Έλληνες μέχρις ενός.
Συνέχεια
Ύστερα από αυτή την νίκη του Περσικού στρατού ο Ξέρξης κατηφόρισε προς Αθήνα την οποία και κατέστρεψε ολοσχερώς και έκαψε. Οι Αθηναίοι είχαν καταφύγει στην Σαλαμίνα απ' όπου και έβλεπαν την πόλη τους να καίγεται, ενώ με αρχηγό τον Θεμιστοκλή προετοιμαζόντουσαν για ναυμαχία. Στην επακόλουθη ναυμαχία της Σαλαμίνας, το 90% του στόλου των Περσών καταστράφηκε ενώ ο συμμαχικός στόλος είχε πολύ μικρές απώλειες. Ο Ξέρξης έφυγε για την χώρα του με πλοίο για να βγάλει τον χειμώνα αφήνοντας πίσω του τον Μαρδόνιο με τον υπόλοιπο στρατό για να ξαναντιμετωπίσει τους Έλληνες την άνοιξη του 479 π.Χ. στη μάχη των Πλαταιών που ήταν και η τελευταία των Περσικών πολέμων.